dedicación - ορισμός. Τι είναι το dedicación
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι dedicación - ορισμός


dedicar      
verbo trans.
1) Consagrar, destinar una cosa al culto o también a un fin o uso profano.
2) Dirigir a una persona, por modo de obsequio, un objeto cualquiera, y principalmente una obra de entendimiento.
3) Emplear, destinar, aplicar. Se utiliza también como pronominal.
dedicado         
ÁLBUM DE MIGUEL GALLARDO
Dedicado
Sinónimos
adjetivo
Dedicación         
thumb|240px|Dedicación de una sinagoga en Alsacia, óleo de 1820

Βικιπαίδεια

Dedicación
thumb|240px|Dedicación de una sinagoga en Alsacia, óleo de 1820
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για dedicación
1. Requiere un proceso de observación y dedicación muy particular.
2. Los primeros necesitan mínimo una hora de dedicación.
3. Docentes universitarios que realicen tareas de investigación con dedicación exclusiva.
4. Su entorno asegura que la dedicación de Caparrós al Athletic está garantizada.
5. El jurado destaca sus más de 60 años de dedicación plena al cine español.
Τι είναι dedicar - ορισμός